
Βεντέτα: Οι άγραφοι νόμοι όταν “το αίμα ξεπλένεται με αίμα”
Χιλιάδες σφαίρες, ένα χωριό «φάντασμα», νεκροί και τραυματίες ήταν όσα απέμειναν από το αιματοκύλισμα που ξέσπασε στα Βορίζια Ηρακλείου το πρωί του Σαββάτου (01/11).
Μια διαμάχη ανάμεσα στις οικογένειες Καργάκη και Φραγκιαδάκη, με επίκεντρο βοσκοτόπια στην Κρήτη, οδήγησε σε σκηνές ακραίας βίας και χάους, με τους ένοπλους άνδρες των δύο οικογενειών να συναντόνται σε ένα “σταυροδρόμι” θανάτου και να ανοίγουν πυρ κατά βούληση. Οι πυροβολισμοί μεταξύ των εμπλεκόμενων διήρκησαν περισσότερο από μία ώρα, με το χωριό να μετατρέπεται σε εμπόλεμη ζώνη καθώς υπολογίζεται ότι έπεσαν περισσότερες από 2.000 σφαίρες.
Ο τραγικός απολογισμός του μακελειού περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο νεκρούς, εκ των οποίων ο άνδρας είναι μέλος της οικογένειας Καργάκη, και πολλούς τραυματίες.
Ο φόβος ότι το αιματηρό περιστατικό μπορεί να μην είναι το τελευταίο στον κύκλο αίματος που άνοιξε η βεντέτα οδήγησε στην Κρήτη τον Αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. Δημήτριο Μάλλιο μαζί με τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Φώτιο Ντουίτση, ένα κλιμάκιο της Υπηρεσίας και μία ομάδα της ΕΚΑΜ που θα εγκατασταθεί στο χωριό επ’ αόριστον έως ότου ηρεμήσουν εντελώς τα πνεύματα, μαζί με τις ισχυρές δυνάμεις των ΤΑΕ και των ΕΚΑΜ της Κρήτης που ήδη βρίσκονται στο χωριό.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι τραυματίες διακομίστηκαν σε διαφορετικά νοσοκομεία καθώς πέρα από το Βενιζέλειο Νοσοκομείο άνοιξε και το ΠΑΓΝΗ. Η κατάσταση στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο ήταν ιδιαίτερα τεταμένη καθώς δεκάδες συγγενείς και κάτοικοι του χωριού είχαν συγκεντρωθεί έξω από το κτίριο. Έξω από τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών του Βενιζελείου βρέθηκαν διμοιρίες της ΕΛ.ΑΣ., ενώ αστυνομικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν και στους περιβάλλοντες χώρους των νοσοκομείων.
Την ίδια ώρα, οι αστυνομικές αρχές πραγματοποίησαν σαρωτικές έρευνες στα Βορίζια, με το χωριό να έχει ερημώσει καθώς μετά το πρωινό σοκ ελάχιστοι κάτοικοι απέμειναν στα σπίτια τους.
Και ενώ αρκετοί κάνουν λόγο για πρωτοφανείς εικόνες, η αλήθεια είναι πως ανά τα χρόνια, ολόκληρα χωριά στην Κρήτη, ντύθηκαν στα μαύρα – ή ερήμωσαν- λόγω των μακροχρόνιων βεντετών ή υπό τον φόβο αυτών.
Η έννοια της βεντέτας
Η βεντέτα δεν αποτελούνταν από πράξεις τυχαίας βίας καθώς στον πυρήνα της βρισκόταν η εκδίκηση. Πρόκειται δηλαδή για τον εθιμικό νόμο της ανταπόδοσης, μια «άγραφη συμφωνία» μεταξύ οικογενειών και κοινοτήτων: όταν μια πράξη θεωρείται προσβολή της τιμής, η αντίδραση είναι αναπόφευκτη. Στην καρδιά αυτής της παράδοσης, η τιμή είναι νόμος και η προστασία ή η αποκατάστασή της επιτυγχάνεται φυσικά με πράξεις αυτοδικίας.
Είτε λόγω δολοφονίας, είτε εξύβρισης, είτε κτηματικής/κτηνοτροφικής διαφοράς (π.χ. ζωοκλοπή), εάν κάποιος προσέβαλε την τιμή ή την υπόληψη μιας οικογένειας, θεωρούσαν πως ανοίγε ένας «λογαριασμός».
Οι άγραφοι “κανόνες” της κρητικής βεντέτας
Στην Κρήτη, η βεντέτα υπαγορευόταν από έναν άγραφο κώδικα τιμής, δηλαδή ένα σύνολο κοινωνικών και ηθικών κανόνων που καθόριζαν πώς οι οικογένειες ανταποκρίνονταν σε σοβαρές προσβολές ή αδικίες, πέρα από τον νόμο.
Η τιμή θεωρούνταν υπέρτατο αγαθό και η εκδίκηση αποσκοπούσε στην αποκατάστασή της κατόπιν κάποιας προσβολής. Η υποχρέωση αυτή αφορούσε συλλογικά την οικογένεια και δεν περιοριζόταν μόνο στον άμεσο δράστη. Αν ο δράστης του “σφάλματος” είχε πεθάνει ή διαφύγει, η πράξη της εκδίκησης στρεφόταν σε μέλη της οικογένειάς του.
Αντίστοιχα, η βεντέτα ήταν τρόπος να αποκατασταθεί συλλογικά η τιμή της οικογένειας του θύματος, όχι μόνο η προσωπική τιμή του ατόμου που προσβλήθηκε. Επομένως, όλη η οικογένεια είχε υποχρέωση να συμμετάσχει στην εκδίκηση ή να στηρίξει τους άνδρες που αναλάμβαναν την ευθύνη.
Αν και άγραφος, ο κώδικας έθετε σαφή όρια: δεν επιτρεπόταν η επίθεση σε γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένους ή αθώους. Στόχος ήταν πάντα ο “ανθός”, ο καλύτερος της γενιάς.
Η υπομονή και η στρατηγική θεωρούνταν σημαντικές, ώστε η αντίδραση να είναι αποτελεσματική. Το χτύπημα δεν έπρεπε ποτέ να είναι πισώπλατο, ούτε να γίνει «στα κρυφά» ή με δόλο. Η πράξη της εκδίκησης έπρεπε να γίνει πρόσωπο με πρόσωπο, ώστε να διατηρείται η τιμή του εκδικητή και να αναγνωρίζεται από την κοινότητα ως πράξη δικαιοσύνης — όχι ως προδοσία ή δειλία. Το πισώπλατο χτύπημα, ή γενικά μια επίθεση από ενέδρα, θεωρούνταν ντροπή και ατίμωση.
Η ώρα των “σαστάδων” ή “μεσιτών”
Αν δεν γραφόταν με αίμα, το τέλος της αντιπαλότητας μπορούσε να επέλθει μόνο μέσω του “σασμού”, δηλαδή της συμφιλίωσης/ του συμβιβασμού μέσω διαμεσολαβητών με κύρος.
Πρόκειται για το αντίβαρο της βεντέτας και αποτελεί την ύστατη προσπάθεια να τερματιστεί η αιματοχυσία χωρίς να χαθεί η τιμή των εμπλεκομένων οικογενειών. Σκοπός του σασμού ήταν να αποτραπεί η περεταίρω όξυνση της βίας ώστε οι εμπλεκόμενοι να μην οδηγηθούν σε “ακρότητες”.
Τη διαδικασία αναλάμβαναν οι “σαστάδες” ή “μεσίτες” – άνδρες σεβαστοί από όλους, συνήθως ηλικιωμένοι, ιερείς ή άνθρωποι με κοινωνική επιρροή – που λειτουργούσαν ως διαμεσολαβητές.
Πολλές φορές, η διαδικασία των διαπραγματεύσεων μπορεί να αρχίσουν ακόμα και τις αμέσως επόμενες μέρες του ξεσπάσματος μιας πράξης βίας.
Οι σαστάδες προσέγγιζαν και τις δύο πλευρές, άκουγαν τα παράπονα και επιδίωκαν να βρουν έναν τρόπο «να σαστεί το πράμα», δηλαδή να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να αποκατασταθεί η ισορροπία.
Συχνά ο σασμός συνοδευόταν από συμβολικές πράξεις συμφιλίωσης, όπως γάμους ανάμεσα στις οικογένειες ή κοινά γλέντια, ώστε να δοθεί δημόσια η εικόνα της ενότητας.
Αξίζει να σημειωθεί πως η διαδικασία του σασμού δεν παρείχε ασφαλείς εγγυήσεις για μια παντοτινή “φιλία” ή συμμαχία μεταξύ των αντιπάλων.
Ο ρόλος των γυναικών
Όπως είπαμε και παραπάνω, οι άγραφοι νόμοι της βεντέτας επιτάσσουν την αποφυγή του φόνου γυναικών για λόγους αντεκδίκησης. Αντίστοιχα έπρεπε να αποφεύγεται και η διάπραξη αντεκδικητικού φόνου από γυναίκες. Ωστόσο, ανά τα χρόνια έχουν αναφερθεί περιστατικά και για τις δύο περιπτώσεις.
Στη δεύτερη περίπτωση, η γυναίκα εμφανίζεται να αναλαμβάνει το χρέος του άνδρα, στη θέση αυτού που εκλείπει, αναφέρεται στη διαδακτορική διατριβή «Η “βεντέτα” στην ορεινή κεντρική Κρήτη: “οικογενειακές” συγκρούσεις και κοινωνική οργάνωση».
“Ο κύριος λόγος που δεν πειράζουν τις γυναίκες, όπως συμφωνούν και οι κάτοικοι των Λιβαδίων , είναι ότι ο θάνατος γυναίκας για λόγους αντεκδίκησης έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κυρίαρχη αντίληψη για τον αντεκδικητικό φόνο ως πράξης που απώτερο σκοπό έχει τον θάνατο του καλύτερου ή του πιο δυνατού, ο οποίος θα αποδυναμώσει στρατηγικά το σύνολο της αντίπαλης ομάδας με τη διακοπή της συνέχειας μεταβίβασής του αίματός του”, αναφέρεται στην ίδια διατριβή.
Οι γυναίκες στις βεντέτες φαίνονταν να βρίσκονταν στο πλευρό του άνδρα εκδικητή “άλλοτε παρακινόντας τον και άλλοτε υποβάλλοντάς του την ιδέα”.
Πηγή: www.news247.gr
























