
Βαλέρια Δημητριάδου: “Όπου κοιτάς, εκεί πας”
Ενας πολυτάλαντος άνθρωπος, η Βαλέρια Δημητριάδου, δημιούργησε μία από τις πιο ενδιαφέρουσες παραστάσεις της φετινής σεζόν, το «Ένα κάποιο κενό». Με ουσία και βάθος αλλά και μία φρεσκάδα που σε κάνει να μην την χορταίνεις. Θα την ξαναδώ.
Μπροστά μας εκτυλίσσονται ιστορίες καθημερινές, ιστορίες που έχεις ζήσει ή έχει ζήσει κάποιος δίπλα σου. Μπορείς να ταυτιστείς με κάθε πρωταγωνιστή, ανεξαρτήτως φύλου. Είμαστε όλοι – ακόμη και αν δεν λέμε πάντα την αλήθεια. Κοινωνία και σχέσεις με έναν μαστόρικο υπέροχο τρόπο δοσμένες από μια γυναίκα γεμάτη συναίσθημα, πάθος και θέληση.
Έχεις πολλές ιδιότητες (ηθοποιός, σκηνοθέτης, μουσικός) – θα ήθελα να μου πεις τι ξεχωριστό σε γοητεύει σε κάθε μία από αυτές.
Με τη μουσική έχω σχέση από μικρό παιδί. Παίζω μουσική, δεν μπορώ να περάσω ούτε μια μέρα χωρίς να ακούσω έστω και λίγη, σκέφτομαι μουσικά, αντιλαμβάνομαι την τέχνη και συχνά και τον ίδιο τον κόσμο κατ’ αυτόν τον τρόπο. Όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτυπωθούν σε μία παρτιτούρα και είναι η μοναδική γλώσσα που μπορεί να την καταλάβει οποιοσδήποτε, από οποιαδήποτε γωνιά του πλανήτη. Βέβαια, δεν είναι τόσο ομαδικό «σπορ» όσο το θέατρο.
Με το θέατρο «συστηθήκαμε» μέσα από την έννοια της ομάδας και μόνο έτσι μπορώ να το συλλάβω: ως μια συλλογική διαδικασία, με πολλή ζύμωση, συζητήσεις, δοκιμές, υποχωρήσεις. Κι αυτό είναι και το στοιχείο που με μαγεύει περισσότερο. Οι στιγμές που συναντιέσαι με ανθρώπους ανοιχτούς, που δεν παύουν -όσο κι αν έχουν μεγαλώσει- να ακούνε και να εξελίσσονται μέσα από τους άλλους και ως καλλιτέχνες αλλά και ως άνθρωποι. Που διατηρούν την παιδικότητα και την ζωντάνια τους και τα δίνουν όλα πάνω στη σκηνή. Τους παρατηρώ και τους έχω ως πρότυπα.
Παρόλα αυτά, παρότι η σκηνοθεσία και η συγγραφή έχουν μπει στη ζωή μου πολύ πιο πρόσφατα, τολμώ να πω ότι σ’ αυτά τα δύο νιώθω κάπως πιο ελεύθερη απ’ ότι με τις άλλες μου ιδιότητες. Ενδεχομένως, επειδή σκηνοθετώ μόνο κείμενα που έχω γράψει εγώ η ίδια, νιώθω ότι έχω την ελευθερία να πλάσω επί σκηνής έναν κόσμο ολότελα δικό μου, χωρίς να πρέπει να λογοδοτήσω σε κανέναν. Το λέω γιατί θα ήταν πολύ διαφορετικό αν ήμουν μόνο σκηνοθέτις και έπρεπε παραδείγματος χάριν να ανεβάσω τη δική μου εκδοχή σε κάποιο έργο του Τσέχωφ ή αν ήμουν μόνο συγγραφέας κι έβλεπα να σκηνοθετείται κάποιο έργο μου με τρόπο που ίσως να μη με εξέφραζε. Ενώ τώρα, νιώθω ότι μέσα σ’ αυτήν τη διαδικασία μπορώ να καταθέσω ένα κομμάτι του εαυτού μου, στο οποίο μάλιστα περιλαμβάνεται η μουσική αλλά και η υποκριτική.
Οι προσωπικές σχέσεις, αλλά και η σχέση μας με το σεξ σε απασχολεί με διαφορετικούς τρόπους στα έργα σου. Και είναι αλήθεια, πως η υπόθεση «σεξ» απορροφά πολλές από τις πλευρές της προσωπικότητάς μας: ενοχές, ντροπή, επιθυμίες, απελπισία.
Ομολογώ ότι μέχρι να διαβάσω αυτήν την ερώτηση δεν είχα σκεφτεί ποτέ ξανά ότι είναι ένα θέμα που με απασχολεί, καθώς πάντα ήταν άλλη η αφετηρία. Στο «Και εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον» που πραγματεύεται το sex trafficking, ήθελα να μιλήσω για την αντικειμενοποίηση του ανθρώπινου σώματος και δη του γυναικείου, στο έλεος του κέρδους. Στο «Ενενήντα» εστίασα στο κατά πόσο το γήρας είναι εμπόδιο στην έκφραση ενός συναισθήματος όπως είναι ο έρωτας. Και τώρα στο «Ένα κάποιο κενό» αντιμετώπισα τον έρωτα ή την απουσία του ως κινητήρια δύναμη, όχι όμως εστιάζοντας απαραίτητα στην σαρκική ένωση δύο ανθρώπων, όσο στην βαθύτερη ψυχική σύνδεση. Σίγουρα βέβαια ένα κομμάτι μου συμφωνεί με τη θεώρηση του Βίλχελμ Ράιχ όσον αφορά το σεξ. Το κατά πόσο δηλαδή η σχέση μας με αυτό ορίζει το πώς φέρουμε εν γένει τον εαυτό μας στην κοινωνία. Οπότε απ’ αυτήν την άποψη, ναι, μπορεί να υποβόσκει το θέμα του σεξ στα έργα μου, σίγουρα όμως δεν κυριαρχεί.
Πώς μεγάλωσες και πώς έφθασες να επιλέξεις τον χώρο αυτό; Θέλω να πω, ποια ήταν τα ερείσματα, οι προσλαμβάνουσες, τα ένστικτα και αυτό που λέμε χαρίσματα ή ταλέντα με έναν τρόπο;
Γεννήθηκα στη Ρωσία (όπου έμεινα μέχρι τα 5 μου) και μεγάλωσα με μία μητέρα που αγαπάει πολύ τη λογοτεχνία και την τέχνη. Έχω μια πολύ θολή ανάμνηση μ’ εμένα μικρούλα, σε ένα τεράστιο θέατρο της Μόσχας, να μαλώνω με την αδελφή μου για το ποια θα κρατάει τα κιάλια για να παρακολουθήσει την παράσταση. Επίσης, άρεσε η κλασική μουσική στη μητέρα μου και χάρη σ’ αυτήν ασχολήθηκα κι εγώ με τη μουσική. Είχαμε ένα πιάνο Petrof (το οποίο με ακολουθεί ακόμα σε όλη την πορεία της ζωής μου μέχρι σήμερα) και άκουγα τη μαμά μου να παίζει και χαιρόμουν. Λίγα χρόνια μετά, ξεκίνησα μαθήματα φτάνοντας μέχρι και το πτυχίο.
Αυτά είναι τα ερεθίσματα. Δεν πιστεύω ακριβώς στην έννοια του ταλέντου, πιστεύω στην κλίση. Και ξέρω σίγουρα ότι για τους χ-ψ λόγους μού άρεσε από μικρή να προκαλώ γέλιο στους άλλους, να τους κάνω να είναι χαρούμενοι, να προκαλώ, τέλος πάντων, συναισθήματα. Ήμουν, τρόπον τινά, η «μασκότ» της οικογένειας. Μου ζητούσαν πάντα να κάνω πράγματα κι εγώ ανταποκρινόμουν με μεγάλη χαρά. Φυσικά, στην εφηβεία σταμάτησε να συμβαίνει όλο αυτό, να όμως που η ανάγκη δεν έφυγε ποτέ και ξεπήδησε στα φοιτητικά μου χρόνια, οδηγώντας με τελικά στη δραματική σχολή, όπου ένιωσα για πρώτη φορά ότι σπουδάζω αυτό που πραγματικά με αφορά να ασχοληθώ.
Είσαι ένας νέος άνθρωπος και όμως οι δουλειές σου μαρτυρούν μια ιδιαίτερη πείρα. Είναι ο χαρακτήρας και η προσωπικότητά σου, είναι ίσως κάποια βιώματα, είναι η περιέργεια και η παρατηρητικότητα και τα διαβάσματα που πιστεύεις ότι μας επηρεάζουν και μας διαμορφώνουν;
Πολύ ειλικρινά, προσωπικά δεν αντιλαμβάνομαι κάποια πείρα στις δουλειές μου. Νιώθω ότι έχω πάρα πολύ δρόμο ακόμα μπροστά μου. Το μόνο που μπορώ να μου πιστώσω είναι ότι μέσα στη διαδικασία των προβών νιώθω ασφάλεια και σιγουριά, αλλά αυτό οφείλεται πρώτον στους συνεργάτες που επιλέγω και δεύτερον στο γεγονός ότι έμαθα το θέατρο μέσα από την ομάδα μου (τους C for Circus). Η διαδικασία αυτή της συνδημιουργίας, τού να μαθαίνεις να κάνεις πίσω, να μην υπερισχύει το εγώ σου και να βρίσκεις διαρκώς τρόπους να υλοποιηθεί το όραμά σου, ξεπερνώντας εμπόδια κι εμπιστευόμενος τις δυνάμεις σου… Αυτά, ναι, είναι ένα μεγάλο δώρο και το οφείλω στους φίλους και συναδέλφους μου.
Αγαπάς τις γυναίκες και θίγεις τα σημερινά θέματα περί σεξισμού με έναν τρόπο. Αγαπάς όμως και τους άνδρες. Διακρίνω μία δικαιοσύνη απέναντι στα πράγματα και καμία επιθετικότητα. Τι διαφορές πιστεύεις πως έχουμε;
Αγαπάω τον άνθρωπο κι αυτός είναι και ο λόγος που κάνω αυτήν τη δουλειά. Το ότι θίγω ζητήματα που αφορούν τη γυναίκα, είναι επειδή είμαι γυναίκα και βιώνω τον σεξισμό καθημερινά, οπότε είναι αναπόσπαστο κομμάτι της σκέψης μου και του ποια είμαι. Επιζητώ και διεκδικώ την ισότητα στις σχέσεις, είτε πρόκειται για φιλικές, είτε ερωτικές, είτε επαγγελματικές. Συνεπώς, όταν κάποιος επιζητά κάτι τέτοιο, δεν μπορεί να εχθρεύεται το άλλο φύλο. Θα ήταν σα να κοροϊδεύω τον εαυτό μου. Ναι, η πατριαρχία είναι βαθιά παγιωμένη μέσα μας. Και συχνά θυμώνω με άντρες φίλους μου όταν δεν αντιλαμβάνονται πόσο ευνοημένοι μπορεί να είναι σε διάφορα ζητήματα. Όσον αφορά τις διαφορές όμως, είναι μεγάλη η κουβέντα. Γιατί είναι πολύ θολό το ποια απ’ αυτά που μας διαχωρίζουν είναι πράγματι στοιχεία του DNA μας και ποια είναι εγκαθιδρυμένα από το τι επιτάσσει και επιβάλλει η κοινωνία για τα φύλα.
Ένα μικρό παιδί στην αγκαλιά σου τι αλλάζει στη ζωή σου; Και πρακτικά και ψυχικά μιλώντας.
Η Μαρία μου. Το κοριτσάκι μου. Από την πρώτη στιγμή που ήρθε στον κόσμο αυτό, ήταν τόσο μεγάλη η επίδρασή της πάνω μου, που θα μπορούσα να χωρίσω τη ζωή μου με π.Μ. και μ.Μ. εποχή. Με γείωσε τρομερά ο ερχομός της. Όλα πήραν το μέγεθός τους. Φυσικά, έχει σημασία και η δουλειά και οι σχέσεις και όλα. Τίποτα όμως δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό. Ένα παιδί, που είναι εκεί κάθε μέρα. Και σε κάνει να γελάς, να παίζεις, να κάνεις σαχλαμάρες, να βγάζεις τον πιο τρυφερό και φροντιστικό εαυτό που έχεις, να αγαπάς ανιδιοτελώς. Και ταυτόχρονα είναι εκεί να απαιτεί διαρκώς την προσοχή σου, να σε κουράζει όπως δε σε έχει κουράσει τίποτα ποτέ ξανά, να σε κάνει να ανησυχείς για το καλό του και για το πόσο καλός γονιός είσαι… Η πιο δύσκολη και διασκεδαστική συνάμα πίστα που έχω διανύσει ως τώρα.
Πώς βρίσκεις τα θέματα με τα οποία θα ασχοληθείς; Πώς τα επιλέγεις κάθε φορά;
Από σκέψεις που μου προκύπτουν αυθόρμητα μες στην καθημερινότητά μου. Από χαζοαφορμές με κάποια εικόνα που μπορεί να αντικρίσω, μέχρι ζητήματα πολύ πυρηνικά υπαρξιακής φύσεως, τα οποία βρίσκουν χώρο να εκφραστούν. Αντιλαμβάνομαι βέβαια ότι και τα τρία έργα έχουν μια κοινωνικοπολιτική χροιά, αλλά κι αυτό δεν είναι κάτι που συμβαίνει συνειδητά. Είναι ένα μοίρασμα στην πραγματικότητα όσων με απασχολούν καθημερινά. Οπότε, αν μια παράσταση πάει καλά, ανακουφίζομαι κιόλας, γιατί λέω «Είδες; Απασχολεί κι άλλους τελικά αυτό το θέμα. Δεν είσαι μόνη σου».
Πόσο πιστεύεις στην τύχη και στη συγκυρία;
Πιστεύω στην τύχη, το βασικό μου μότο όμως είναι το «Όπου κοιτάς, εκεί πας.» Αν οι κινήσεις και οι αποφάσεις ενός ανθρώπου τείνουν προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, είναι κάπως δύσκολο να έρθουν τελείως αλλιώς τα πράγματα. Εκεί λες όντως ότι πρόκειται για κάποια τυχαία συγκυρία που τα έφερε όλα τούμπα. Δεν γίνεται, δηλαδή, να οδηγώ για Θεσσαλονίκη και να βρεθώ ξαφνικά στην Κρήτη. Κάτι πολύ αναπάντεχο κι ακραίο θα συνέβη για να άλλαξε τόσο η πορεία μου. Το να πηγαίνω όμως Θεσσαλονίκη και να σταματήσω κάπου στον δρόμο να μείνω παραπάνω μέρες, ή να συνεχίσω πιο βόρεια τελικά το ταξίδι μου, είναι κάτι που έχει πιθανότητες να συμβεί και δεν το θεωρώ κάτι τυχαίο, αλλά μία ακόμα εκδοχή αυτού που είχα προαποφασίσει.
Ποια είναι η σχέση σου με τη θρησκεία;
Παρότι η οικογένειά μου είναι θρήσκα, εγώ είμαι άθρησκη. Σέβομαι όμως απόλυτα όλους όσοι έχουν ανάγκη να πιστέψουν σε κάτι ανώτερο από την επίγεια ζωή. Το καταλαβαίνω δηλαδή κι ας μην το ενστερνίζομαι.
Τέλος, πως κρίνεις το θέατρο στις μέρες μας; Τι πιστεύεις πως έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία και πώς βλέπεις το μέλλον του;
Πιστεύω πως η νέα γενιά καλλιτεχνών, ακριβώς επειδή δεν είχε τίποτα να χάσει (ήμασταν ήδη χαμένοι λόγω της οικονομικής κρίσης) αποφάσισε με πολύ σθένος να αλλάξει το θεατρικό τοπίο και τον τρόπο που υπάρχει το θέατρο επί τόσα χρόνια. Υπάρχει μία τόλμη στα πράγματα. Μία ανάγκη να αντιμετωπιστούν χρόνιες παθογένειες όπως οι εργασιακές και οικονομικές συνθήκες, οι τοξικές συμπεριφορές, η εξουσιομανία, ο σεξισμός κοκ.
Ταυτόχρονα, υπάρχουν περισσότερες γυναικείες φωνές σε διάφορα πόστα του θεάτρου, περισσότερα σύγχρονα νεοελληνικά έργα, περισσότερες παραστάσεις που ακούγονται και πάνε καλά επειδή ήταν πράγματι καλές κι όχι επειδή είχαν ονόματα και αναγνωρίσιμους ηθοποιούς ή σκηνοθέτες.
Προσωπικά μόνο με ελπίδα με γεμίζει όλο αυτό. Αν μπορούσε να υποστηριχθεί κιόλας από την Πολιτεία όλη αυτή η προσπάθεια, και δεν παλεύαμε τόσο μόνοι μας οι καλλιτέχνες, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ναι, έχουμε Πολιτισμό σ’ αυτήν την χώρα.
ΕΝΑ ΚΑΠΟΙΟ ΚΕΝΟ
Κείμενο/ σκηνοθεσία/ μουσική: Βαλέρια Δημητριάδου
Σκηνικά: Ζωή Μολυβδά Φαμέλη
Κοστούμια: Δήμος Κλιμενώφ
Κίνηση: Κατερίνα Γεβετζή
Σχεδιασμός φωτισμών: Ιωάννα Αθανασίου και Τάσος Παλαιορούτας
Σχεδιασμός video: Αποστόλης Κουτσιανικούλης
Σχεδιασμός ήχου: Φοίβος Παπαγιάννης
Καλλιτεχνική συνεργάτις: Αντριάνα Ανδρέοβιτς
Βοηθός σκηνοθέτριας: Μελίνα Κόφφα
Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου
Συμπαραγωγή : Stages Network και C for Circus
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Αθηνά Αλεξοπούλου, Ιωάννα Ασημακοπούλου, Αντώνης Καρυστινός, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Μιχάλης Πανάδης, Νικόλας Παπαδομιχελάκης, Αθηνά Σακαλή
Θέατρο Εμπορικόν
Σαρρή 11, Αθήνα 105 54 (Ψυρρή)
Τηλέφωνο 211 1000 365
Προπώληση: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/ena-kapoio-keno
Πηγή: www.news247.gr























