
Έναν στεφανιογράφο στο νοσοκομείο της Σπάρτης βρε παιδιά…
Ακολουθούν πραγματικά περιστατικά:
Ηλικιωμένος από τη Μονεμβασιά μπαίνει στο αυτοκίνητο μαζί με τα παιδιά του για να δώσει το παρών στο καθιερωμένο ραντεβού με τον καρδιολόγο του στην Σπάρτη. Στο δρόμο αισθάνεται έντονη δυσφορία, εφίδρωση και πόνο στο στήθος. Φτάνει, όπως-όπως, στο γιατρό ο οποίος του δίνει τις πρώτες βοήθειες. Διαγιγνώσκει έμφραγμα. Ο ασθενής χρειάζεται να υποβληθεί σε στεφανιογραφία. Στο νοσοκομείο της Σπάρτης όμως ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ στεφανιογράφος. Ο ασθενής μεταφέρεται με ασθενοφόρο στην Τρίπολη όπου υποβάλλεται στην κρίσιμη εξέταση τρεις ημέρες μετά τη διάγνωσή του.
Τέτοιου είδους συμβάντα λαμβάνουν χώρα σχεδόν καθημερινά στην ελληνική περιφέρεια όπου τα κενά στα κατά τόπους νοσοκομεία είναι πολλά.
Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Αξίζουν λιγότερο οι ζωές των κατοίκων της ελληνικής περιφέρειας και των νησιών από αυτές των μεγάλων αστικών κέντρων; Ρητορικό, βεβαίως, το ερώτημα αλλά το επαναφέρουμε. Και θα το επαναφέρουμε σε κάθε ευκαιρία, όταν δηλαδή μαθαίνουμε περιστατικά στα οποία ζωές ανθρώπων τίθενται σε κίνδυνο λόγω της κρατικής αβελτηρίας.
Τα επισημαίναμε και το Σάββατο. Χωρίς ενίσχυση των κρατικών δομών στην περιφέρεια, δεν μπορούμε να ελπίζουμε βάσιμα σε καταπολέμηση του δημογραφικού προβλήματος (το οποίο βέβαια έχει πολύ περισσότερες και σημαντικότερες διαστάσεις αλλά δεν είναι της ώρας). Εχει να κάνει και με το ζήτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτός ο κάτοικος Μονεμβάσιας πρέπει να θεωρεί εαυτόν παιδί ενός κατώτερου θεού σε σχέση με ένα συνομήλικό του στην Αθήνα ή στην Θεσσαλονίκη; Aλλα, πάντως, μάς λέει το Ελληνικό Σύνταγμα.
Κάπως έτσι μεγεθύνεται και ο σκεπτικισμός των πολιτών για το πολιτικό σύστημα. Μία βόλτα των κυβερνώντων στην ελληνική περιφέρεια (χωρίς κάμερες, χωρίς προκαθορισμένα ραντεβού και χωρίς άλλα επικοινωνιακά ταρατατζούμ) θα μπορούσε να τους πείσει. Αν φυσικά άντεχε το στομάχι τους την τόση αμφισβήτηση.
Όμως η οργή διαχέεται. Και όχι μόνο μεταξύ των γερόντων για τους οποίους (ας μην το κρύβουμε) γίνονται και κυνικές σκέψεις τις περισσότερες φορές. Οι μέσης ηλικίας διαπιστώνουν ότι οι ορίζοντές τους περιορίζονται και οι νέοι συμπεραίνουν ότι η κεντρική διοίκηση απλά αδιαφορεί για την παρουσία τους (ρωτήστε και τον Λεξ που “πιάνει το συγκεκριμένο συναίσθημα σε πολλά από τα τραγούδια του).
Να παραμείνει τότε κάποιος σε κωμόπολη ή χωριό για ποιο λόγο; Το κάνουν αυτοί που πραγματικά βάζουν τους όποιους κινδύνους και τις ματαιότητες σε δεύτερη μοίρα. Αυτοί που λατρεύουν τον τόπο τους. Αλλά, τέλος πάντων, πόσοι είναι αυτοί και γιατί θα πρέπει να βάζουν το ατομικό τους συμφέρον κάτω από το συλλογικό (ή, τη συνήθειά τους);
Την ίδια ώρα βέβαια η κυβέρνηση επιμένει. Τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι. Βγάζει τα τεφτέρια της, υπολογίζει και λίγο το πολιτικό κόστος και αποφασίζει. Και ως δια μαγείας, αποφασίζει αντανακλαστικά, χωρίς δεύτερες σκέψεις και καταγραφές των συνεπειών.
Καμώνεται έτσι τη μεταρρυθμίστρια ενώ το μόνο που κάνει είναι να κρατά ολοζώντανη τη μιζέρια και την απογοήτευση. Τσαπατσούλικα πράγματα…
Σχετική Γνώμη
Πηγή: www.news247.gr
























